Pages

Πάμε στην Χονολουλού;



Ο Κώστας Μπέζος ήταν ρεμπέτης (Μπολάτι Κορινθίας 1905 - Αθήνα 1943) και αυτό που θα ακούσετε μόλις πατήσετε το Play θα κάνει τις τρίχες της μασχάλης σας να βαράνε παλαμάκια.





Περισσότερα για τον Κώστα Μπέζο 

(Πηγή: Musicpedia)

Εκλεκτός λαϊκός τραγουδοποιός, τραγουδιστής, κιθαρίστας, μαέστρος· αλλά και σκιτσογράφος και αρθρογράφος του Μεσοπολέμου· ένας από τους γνησιότερους "αριστοκράτες μάγκες". Σύμφωνα με σχεδόν επιβεβαιωμένες πληροφορίες του [[Κουνάδης_Παναγιώτης|Παναγιώτη Κουνάδη]] (στον οποίο οφείλουμε τις περισσότερες πληροφορίες του λήμματος) ταυτίζεται με τον Α. Κωστή έχοντας χρησιμοποιήσει αυτό το όνομα ως ψευδώνυμο).

Ήρθε στην Αθήνα (μετά το Γυμνάσιο, που τελείωσε στην Κόρινθο) και γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών. Όμως παράλληλα έκανε μαθήματα κιθάρας και έτσι τον απερρόφησε η μουσική. Υπήρξε γέννημα-θρέμμα της "Μάντρας του Αττίκ", αλλά δεν εγκατέλειψε και την εικαστική έκφραση, αναδεικνυόμενος ως ο βασικός σκιτσογράφος της εφημερίδας "Πρώτα" (στην οποία συχνά αρθρογραφούσε).
Πρωτοηχογράφησε τραγούδια του το 1930. Επισκεπτόταν συχνά τη Θεσ/νίκη με το Συγκρότημα του Αττικ ή με το 8μελές προσωπικό του Συγκρότημα με χαβάγιες (έπαιζαν πάντα με άσπρα και ονομάζονταν γι αυτό "Τα άσπρα πουλιά"). Πραγματοποίησε και περιοδείες, φτάνοντας ώς την Αμερική.

Στο συγκρότημα αυτό μετείχε και ο ανηψιός του Τίτος Καλλίρης (πατέρας του σημερινού τραγουδιστή Θάνου Καλλίρη), όπως επίσης και ο Κων/νος-Παλαιολόγος Κοσιάδης (μαζί τους συνεργάστηκε το 1937 και ο έφηβος τότε Τώνης Μαρούδας). Ο Μπέζος έγραψε τους στίχους και τη μουσική του γνωστού τραγουδιού "Εν τάξει" ("Βρε πώς τη δουλεύουνε εντάξει στην Ελλάδα κάθε μηχανή, όλοι οι παλαβοί να είν' απέξω και οι γνωστικοί μεσ' στο Δαφνί...") καθώς και άλλα δημοφιλή τραγούδια με επικεφαλής τη θρυλική "Παξιμαδοκλέφτρα" ("Ήσουνα ξυπόλητη"), που "κατακεραύνωσε" σε δημοσίευμά της η Σοφία Σπανούδη ("Μουσική Ζωή"-- 1.10.1931) θεωρώντας την ως: "υπόδειγμα ταπεινού, χυδαίου και γαιώδους κομματιού, που χαμοσέρνει την τέχνην των ήχων στα βρωμερώτερα επίπεδα της σαρκικής μουσικής ρυπαρογραφίας" (!...).

Από τα μεγάλα "σουξέ" του (που "επαμφοτερίζουν" από το βαρύ ρεμπέτικο ώς το ρυθμικό νοτιοαμερικάνικο "στυλ" της χαβάγιας) αναφέρουμε τα: "Στην Υπόγα", "Αδυνάτισα ο καημένος", "Τούτο το καλοκαιράκι", "Ντερτιλίδικο", "Γλυκειά Σταμπούλ", "Κάηκε κι ένα σχολείο", "Χιπ Χοπ", "Τουμπελέκι-τουμπελέκι", "Επτανησιώτικη καντάδα", "Μόνα" (μεγάλη επιτυχία της Κάκιας Μένδρη), "Παραγουάη", "Νοκτούρνο", "Πάμελα Μελωδία", "Ζίρα", "Άσπρα πουλιά", "Τα "Άσπρα Πουλιά" στα βουνά", "Η Φυλακή είναι Σχολείο", "Στου Λαϊνη την ταβέρνα", "Τρούμπα", "Του Λαϊνη το κρασί", "Λαίντυ Γιακουλέλε", "Ο Μπέζος στην Αμερική", "Δωσ' μου την καρδιά μου πίσω", "Ντίπι-ντίπι-ντοπ", "Γλυκειά μου αγάπη γύρνα", "Πες μου", "Αλλό! Αλλό!", "Το Ταγκό του μυστηρίου", "Νύχτες γλυκές", "Βίκι-Βίκι", "Ο καημός του τσομπάνου", "Λιλόγκα", "Μικρούλα Μπίμπη", "Το ταγκό της νύχτας", "Σμαρτ", "Τα ερωτικά μάτια", "Φοξ ξιξι", "Ουρρά Ουρρά", κ.λπ. Μετά το 1935 και ώς την Κατοχή επισκεπτόταν κάθε χρόνο τη Θεσ/νίκη και εμφανιζόταν στο Κέντρο του Λευκού Πύργου, μετέχοντας σε θιάσους βαριετέ. Το 1941-42 έπαιξε στην κινηματογραφική ταινία "Μάγια η τσιγγάνα" (του Γιάννη Χριστοδούλου). Χάθηκε την Κατοχή από στερήσεις και τάφηκε στο Γ' Νεκροταφείο. Τον Φεβρουάριο-Μάρτιο του 1943 πραγματοποιήθηκε Έκθεση Καλλιτεχνικών ενθυμίων του (στην Αίθουσα Τέχνης Φιλελλήνων 8). Διασώζονται τραγούδια του σε «αναβιωμένους» δίσκους: «Το ρεμπέτικο τραγούδι 1, 2, 4» (1977, 1977, 1984), «Κιβωτός» (1995), «Τα ρεμπέτικα της απέναντι όχθης» (1995).

admin

OM NOM NOM NOM